Υπερπαραθυρεοειδισμός με αδυναμία, κόπωση, οστεοπόρωση, νεφρολιθίαση. Παραθυρεοειδείς αδένες, παραθορμόνη, καλσιτονίνη
Οι παραθυρεοειδείς αδένες #parathyroid gland εκκρίνουν την παραθορμόνη (#PTH), μια πεπτιδική ορμόνη, που συμμετέχει στο μεταβολισμό του ασβεστίου
του Κωνσταντίνου Λούβρου, M.D., medlabnews.gr iatrikanea
Παρουσιάζονται αρκετές ανατομικές παραλλαγές, τόσο σε σχέση με τον αριθμό τους, όσο και με την εντόπισή τους. Μπορούν να διακριθούν από τη διαφορετική χροιά που έχουν σε σχέση με το γειτονικό παρέγχυμα του θυρεοειδούς.
Οι παραθυρεοειδείς αδένες εκκρίνουν την παραθορμόνη (PTH), μια πεπτιδική ορμόνη, που συμμετέχει στο μεταβολισμό του ασβεστίου μαζί με την καλσιτονίνη και τη βιταμίνη D.
Σπάνια σε μερικούς ανθρώπους κάποιος από αυτούς τους αδένες μπορεί να υπερτραφεί. Αυτό σημαίνει ότι παράγει περισσότερη παραθορμόνη από ότι χρειάζεται ο οργανισμός.
Ποια είναι η δράση της παραθορμόνης (PTH) στον οργανισμό;
Ερέθισμα για την έκκριση παραθορμόνης από τους παραθυρεοειδείς αδένες είναι η πτώση της τιμής του ασβεστίου στο αίμα. Όταν λοιπόν το ασβέστιο του αίματος μειωθεί τότε ενεργοποιούνται οι παραθυρεοειδείς και εκκρίνουν την παραθορμόνη. Με την δράση της, η παραθορμόνη οδηγεί σε αύξηση του ασβέστιου του πλάσματος.
Η αυξημένη ποσότητα παραθορμόνης που κυκλοφορεί στο σώμα μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως:
- Οστεοπόρωση: όσο πιο πολύ παραθορμόνη παράγεται τόσο περισσότερο ασβέστιο χάνουν τα οστά, με αποτέλεσμα να γίνονται αδύναμα, εύθραυστα, με αυξημένη πιθανότητα καταγμάτων. Σε μεγάλες συγκεντρώσεις της ορμόνης, διεγείρεται η δράση των οστεοκλαστών, δηλαδή των κυττάρων εκείνων του οστίτη ιστού, που απορροφούν τις οστικές δοκίδες, στα πλαίσια της οστικής αναδόμησης. Το αποτέλεσμα είναι η απελευθέρωση ασβεστίου στην κυκλοφορία, που προέρχεται από την αποδόμηση του οστού. Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο τα ερεθίσματα για την έκκριση της παραθορμόνης, όσο και η δράση της είναι ακριβώς τα αντίθετα, απ’ό,τι ισχύει για την καλσιτονίνη. Αυτός είναι και ο λόγος που η καλσιτονίνη χρησιμοποιείται κατά της οστεοπόρωσης.
- Νεφρολιθίαση: ο οργανισμός προσπαθεί αποβάλει το επιπλέον ασβέστιο με τα ούρα με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος για δημιουργία νεφρολιθίασης. Διεγείρει την επαναρρόφηση του ασβεστίου, ενώ αναστέλλει την επαναρρόφηση του φωσφόρου. Στους νεφρούς, επίσης, διεγείρει τη σύνθεση της δραστικής μορφής της βιταμίνης D (1,25-διυδροξυχοληκαλσιφερόλη ή καλσιτριόλη), και με τον τρόπο αυτό αυξάνει την εντερική απορρόφηση του ασβεστίου, που εξαρτάται από τη βιταμίνη D
- Πεπτικό έλκος: τα υψηλά επίπεδα ασβεστίου διεγείρουν την έκκριση υδροχλωρικού οξέος.
- Αρτηριακή υπέρταση: αυξημένος κίνδυνος για αρτηριακή υπέρταση και καρδιακή ανεπάρκεια πιθανόν λόγω αγγειοσύσπασης και βλάβης των νεφρών.
- Ψυχολογικές διαταραχές: κατάθλιψη, αλλαγή συμπεριφοράς, συναισθηματική αστάθεια κ.α.
Υπερπαραθυρεοειδισμός
Η υπερλειτουργία (υπερπαραθυρεοειδισμός) διακρίνεται σε πρωτοπαθή, σε δευτεροπαθή και τριτοπαθή.
Ο δευτεροπαθής και ο τριτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός παρατηρείται σε ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια που υποβάλλονται σε κάθαρση και σε ορισμένες περιπτώσεις (ειδικά πριν τη μεταμόσχευση νεφρού) θα πρέπει να αντιμετωπίζονται χειρουργικά.
Ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός διακρίνεται σε σποραδικό, κληρονομούμενο και τον καρκίνο του παραθυρεοειδούς.
Ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός οφείλεται συνήθως σε ένα καλοήθες αδένωμα (90% των περιπτώσεων) και σπανιότερα σε αύξηση μεγέθους των όλων παραθυρεοειδών αδένων (υπερπλασία). Εξαιρετικά σπάνια οφείλεται σε καρκίνο σε κάποιον από τους αυτούς τους αδένες. Ο καρκίνος των παραθυρεοειδών αφορά σε λιγότερο του 1% των ασθενών που έχουν πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό.
Στον πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό παρατηρείται ανεξέλεγκτη παραγωγή παραθορμόνης, με αποτέλεσμα την υπερασβεστιαιμία και την οστεοπενία. Σε εγχειρήσεις του θυρεοειδούς αδένα είναι δυνατόν να εξαιρεθούν μαζί και οι παραθυρεοειδείς αδένες (μετεγχειρητικός υποπαραθυρεοειδισμός). Αυτό προκαλεί την πτώση του ασβεστίου του αίματος και την κλινική εμφάνιση της τετανίας (ανεξέλεγκτες μυϊκές συσπάσεις συνοδευόμενες από παραισθησίες).
Ποια είναι τα συμπτώματα του υπερπαραθυρεοειδισμού;
Τα συμπτώματα του υπερπαραθυρεοειδισμού είναι ήπια και έτσι δεν γίνονται άμεσα αντιληπτά από τον πάσχοντα. Στα αρχικά στάδια, μπορεί κάποιος να παραπονείται για αδυναμία, εύκολη κόπωση και μυϊκή εξασθένιση. Σε ποιο προχωρημένο στάδιο, αναφέρονται άτυπα κοιλιακά άλγη, ατονία, τάση απομόνωσης και κατάθλιψη. Με την πάροδο των χρόνων παρουσιάζονται υποτροπιάζουσες νεφρολιθιάσεις, αναίτια κατάγματα λόγω οστεοπόρωσης, πεπτικό έλκος λόγω υπερέκκρισης υδροχλωρικού οξέως, αρτηριακή υπέρταση, δίψα, απώλεια όρεξης, εμετοί, διαταραχές μνήμης, και σύγχυση.
Πως γίνεται η διάγνωση του υπερπαραθυρεοειδισμού;
Η διάγνωση του υπερπαραθυρεοειδισμού γίνεται με ακόλουθες εξετάσεις:
Αιματολογικές εξετάσεις. Για την μέτρηση των τιμών του ολικού ασβεστίου, του ιονισμένου ασβεστίου, του φωσφόρου και της αλκαλικής φωσφατάσης.
Μέτρηση οστικής πυκνότητας, για έλεγχο της αντοχής των οστών και της οστεοπόρωσης.
Απεικονιστικός έλεγχος για να διαπιστωθεί η θέση του πάσχοντος παραθυρεοειδούς.
Ο υπέρηχος μπορεί να εντοπίσει έναν υπερτροφικό παραθυρεοειδή ή το αδένωμα του παραθυρεοειδούς και να βοηθήσει σε ενδεχόμενη χειρουργική αφαίρεσή του.
Το σπινθηρογράφημα παραθυρεοειδών με Sestamibi. Στο ειδικό αυτό Σπινθηρογράφημα με sestamibi ο ασθενής λαμβάνει μια πολύ μικρή ποσότητα μιας ραδιενεργούς ουσίας, η οποία απορροφάται μόνο από τον υπερλειτουργούντα παραθυρεοειδή αδένα και μας οδηγεί στον εντοπισμό του.
Να σημειωθεί ότι, η αξονική και η μαγνητική τομογραφία τραχήλου έχουν μικρότερη αξιοπιστία από τις προαναφερόμενες εξετάσεις.
Ποια είναι η θεραπευτική αντιμετώπιση του υπερπαραθυρεοειδισμού;
Η χειρουργική αντιμετώπιση είναι η μέθοδος εκλογής του πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμού και περιλαμβάνει την ανεύρεση και τη χειρουργική αφαίρεση του παθολογικού αδένα. Η φαρμακευτική αντιμετώπιση που εφαρμόζεται το τελευταία χρόνια σε ορισμένα κέντρα, δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα παρά το υψηλό της κόστος. Ενώ η αποτελεσματικότητα της χειρουργικής θεραπείας, όταν διενεργείται από εξειδικευμένο χειρουργό, ανέρχεται σε ποσοστό 95-99%.
Υποπαραθυρεοειδισμός
Πρόκειται για κατάσταση στην οποία υπάρχουν μειωμένα επίπεδα παραθορμόνης, παρά την ύπαρξη χαμηλών επιπέδων ασβεστίου αίματος. Η συχνότερη αιτία είναι μετά από χειρουργείο στον τράχηλο (θυρεοειδεκτομή, ή παραθυρεοειδεκτομή), ενώ άλλες είναι η ακτινοβολία τραχήλου, διηθητικά νοσήματα (σαρκοείδωση, αιμοχρωμάτωση), αυτοάνοσες και συγγενείς παθήσεις, καθώς και η υπομαγνησιαιμία.
Καρκίνος παραθυρεοειδών
Είναι σπάνιος, και εκδηλώνεται με υπερασβεστιαιμία, με ψηλαφητή μάζα στον τράχηλο και αρκετά συχνά με νεφρολιθίαση (λόγω αυξημένων επιπέδων ασβεστίου) και οστικές διαταραχές. Δίνει μεταστάσεις τοπικά στις γύρω ανατομικές δομές, αλλά και λεμφογενώς και αιματογενώς σε οστά – πνεύμονες – ήπαρ – επινεφρίδια
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Στη θεραπεία τόσο του αδενώματος όσο και της υπερτροφίας των παραθυρεοειδών αδένων, οδηγεί η χειρουργική αφαίρεση. Η επέμβαση είναι σχετικά απλή, αρκεί να έχει προηγηθεί σωστή μελέτη εντοπισμού των παθολογικών παραθυρεοειδών με υπερηχογράφημα και σπινθηρογράφημα. Πριν ολοκληρωθεί η επέμβαση, θα ζητηθεί ταχεία βιοψία του αδένα ή των αδένων που αφαιρέθηκαν, προκειμένου να επιβεβαιωθεί ότι πρόκειται για παθολογικούς παραθυρεοειδείς. Υπάρχει η πιθανότητα, ο ασθενής να νοσηλευθεί και για δεύτερο 24ωρο, προκειμένου να λάβει ενδοφλέβια αγωγή, καθώς το ασβέστιο στο αίμα μπορεί να πέσει σε επικίνδυνα επίπεδα μετά την αφαίρεση των παθολογικών παραθυρεοειδών. Μακροπρόθεσμα, οι υπόλοιποι παραθυρεοειδείς θα ανακάμψουν και το ασβέστιο θα επανέλθει στα φυσιολογικά του επίπεδα.
ΠΡΟΓΝΩΣΗ
Η πρόγνωση της νόσου αφού αντιμετωπισθεί είναι εξαιρετική.