Πεμ, Νοε 21, 2024

ΚΩΣΤΑΣ ΔΟΥΚΑΣ : Ὁ Ὃμηρος καί ἡ ψυχή

ΚΩΣΤΑΣ ΔΟΥΚΑΣ : Ὁ Ὃμηρος καί ἡ ψυχή

ΚΑΜΜΙΑ ΠΡΟΟΔΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΙΟΣΥΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΘΗ

ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΜΑΣ

Ἐκεῖνο πού πρέπει νά θαυμάσει κανείς περισσότερο στόν Ὃμηρο εἶναι ὃτι ἒχει ξεκαθαρισμένες ἰδέες γιά τό κάθε

τί, ἀκόμη καί γιά τήν ψυχή. Σήμερα ἡ παραπέουσα, πλυβασανισμένη ἀνθρωπότητα καί ταλανιζομένη ἀπό σωρεία προβλημάτων, ἡ μή ἐπίλυση τῶν ὁποίων θά μποροῦσε νά προκαλέσει ἀκόμη καί τήν καταστροφή της, ἐξακολουθεῖ νά ἒχει ἀσαφῆ ἰδέα γιά τήν ψυχή, μολονότι τήν μνημονεύει  καθημερινά. Μπορεῖ νά ἒχομε ψυχιατρεῖα, ψυχιάτρους, ψυχολόγους, ψυχοφάρμακα, ψυχασθενεῖς, ψυχαναλυτές κλπ., ἀλλά δέν γνωρίζουμε τί ἀκριβῶς εἶναι ψυχή, παρά τό γεγονός ὃτι ἒχουν περάσει τόσοι αἰῶνες ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ὁμήρου πού πρῶτος μίλησε γιά τήν ψυχή.

Ἀκόμη καί ὁ Ἰησούς,τελευτῶν ἐπί τοῦ Σταυροῦ, δέν ἀναφέρθηκε στήν ψυχή, ἀλλά στό πνεῦμα (πάτερ εἰς χείρας Σου παρατίθεμαι τό πνεῦμα μου, Λουκ. 23, 46). Περί ψυχῆς ἐλάλησαν ἐκ τῶν ὑστέρων οἱ Ἀπόστολοι, οἱ θεολόγοι (Τερτυλλιανός DE ANIMA), ἃγιοι, ἱερεῖς, κοινωνιολόγοι κ.ἂ.) Κανείς ὃμως δέν μπόρεσε νά δώσει ἒστω καί ἓνα ἀμυδρό φῶς περί τῆς ἰδιοσυστασίας τῆς ψυχῆς)

Ἀς δοῦμε ὃμως μερικές ἀντιλήψεις τοῦ ποιητοῦ γύρω ἀπό τήν ψυχή, στό ὂνομα τῆς ὁποίας δαπανῶνται κολοσιαῖα ποσά παγκοσμίως γιά τήν…θεραπεία της! Στήν ραψωδία λ τῆς Ὀδύσσειας, γνωστὴς καί ὡς νέκυια (=νεκρομαντεία), ὁ Ὀδυσσέας κατά κάποιο μυστηριώδη τρόπο ἒχει κατέβει στόν Ἃδη, ὃπου κατεβαίνει κανείς μόνο μία φορά, πλήν τοῦ Ὀδυσσέως, ὁ ὁποῖος ἀποκαλεῖται καί δυσθανής (διθάνατος) καί συναντᾶται μέ τήν ψυχή τῆς πεθαμένης μητέρας  του Ἀντίκλειας, προσπαθῶντας νά πιάσει τήν ψυχή της μέ τά χέρια του. Καί λέει:           

          Τρεῖς φορές ὣρμησα καθώς ἢθελα νά τήν πιάσω καί τρίς

          ἀπό τά χέρια μου πέταξε ὃμοια μέ σκιά ἢ ὂνειρο. 

Καί παραπονεῖται: 

          Γιατί δέν μένεις μάνα μου πού θέλω νά σέ πιάσω,

τί κι ἂν στόν Ἃδη εἲμαστε, σφιχτά ν᾽ἀγκαλιστοῦμε

          καί νά χαροῦμε καί οἱ δυό τόν κρυερό τόν γόο.

          Ἢ μήπως τοῦτο τό εἲδωλο κίνησ᾽ ἡ Περσεφόνη

          γιά νά στενάζω πιό πολύ ἐγώ καί νά ὀδύρομαι; 

Καί ἡ σεβαστή μητέρα του ἀπαντᾶ:

           Ὤχου παιδί μου δύσμοιρο ἀπ᾽τούς ἀνθρώπους ὃλους

           δέν εἶν᾽ἡ κόρη τοῦ Διός πού σ᾽ἀπατᾶ, ἡ Περσεφόνη,

           ἀλλά ἡ τύχη τῶν θνητῶν, ὃταν αὐτοί πεθαίνουν,

          γιατί πιά σάρκες καί ὀστά οἱ ἲνες δέν κρατοῦν,

          ἀλλά τό μένος τοῦ πυρός πού λάμπει τά δαμάζει,

          ὃταν ἀφήσει τά λευκά ὀστά ἡ ψυχή πρῶτα

          κι ἐκείνη φτερουγίζοντας σάν ὂνειρο πετᾶ

          καί γρήγορα τό φῶς ποθεῖ, αὐτά ὃλα τά γνωρίζεις

 

Εἶναι προφανές ὃτι οὒτε Ὃμηρος γνωρίζει τί εἶναι ἡ ψυχή. Ὡστόσο μᾶς δίνει μιά ἰδέα γιά τίς ἀντιλήψεις τῆς ἐποχῆς του. Τήν παρομοιάζει σάν σκιά καί σάν ὂνειρο. Κι ἀκόμη τήν ἀποκαλεῖ εἲδωλο, δηλαδή κάτι ἀνύπαρκτο, κάτι εἰκονικό, κάτι φανταστικό καί ἀπατηλό. Τήν ἀποσυνδέει ἀπό τήν ζωή σάν κάτι ἀθάνατο, ἂϋλο καί ἂπιαστο, πού ἐγκαταλείπει τό σῶμα φτερουγίζοντας. Καί περαιτέρω στήν ἲδια ραψωδία, ὃταν ὁ Ὀδυσσέας συναντᾶ τήν ψυχή τοῦ Ἀχιλλέως, αὐτή ἐκπλήσσεται καί λέει: 

             Πῶς ἂντεξες νά κατεβῆς στόν Ἃδη, ὃπου νεκροί

             ἀναίσθητοι τόν κατοικοῦν, εἲδωλ᾽ ἀποκαμμόντων. 

Κι ὃταν ὁ Ὀδυσσέας προσπαθεῖ νά ἐνθαρρύνει τόν Ἀχιλλέα καί τοῦ λέει νά μή θλίβεται γιά τόν θάνατο, γιατἰ τώρα στούς νεκρούς εἶναι μεγαλοκράτορας, ἡ ψυχή τοῦ Ἀχιλλέως ἀπαντᾶ:      

            Λαμπρέ Ὀδυσσέα, γιά θάνατο παρηγοριά μή δίνεις.

              Θἂθελ᾽ ἀγρότης νά ἢμουνα καί νά θητεύω σ᾽ ἂλλον

              σέ ἓνα ἂνθρωπο σκληρό πού βιός πολύ δέν θά ᾽χε

              παρά ν᾽ἀνάσσω στούς νεκρούς καί τούς ἀποθαμένους.

Ἐδῶ ὁ ποιητής φαίνεται νά συγχέει τό ἀμαυρόν εἲδωλον τοῦ νεκροῦ ἣρωος μέ τήν ψυχή, γιά τήν ὁποία προηγουμένως ἒχει πεῖ ὃτι αὐτή πετἀει ἀπό τόν νεκρό ἣρωα πρός τό φῶς, σάν ὂνειρο. Τό ἐρώτημα εἶναι ἂν οἱ σημερινοί ἂνθρωποι γνωρίζουν κάτι περισσότερο γιά τήν ψυχή καί τήν «ἰδιοσυστασία» της. Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἀπολύτως ἀρνητική. Ἀλλά οὒτε καί στό μέλλον εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχει ἀπάντηση οὒτε ἐπιστημονική οὒτε θρησκευτική οὒτε φιλοσοφική οὒτε κοινωνική σέ μία κοσμοθεωρία τήν ὁποία πρῶτος διατύπωσε ὁ Ὃμηρος. ῝Ομως, θά ἐξακολουθήσουμε νά μιλᾶμε καθημερινά γιά τήν ψυχή, νά ἒχομε ὃπως εἲπαμε ψυχιάτρους, ψυχιατρεῖα, ψυχοφάρμακα κλπ., καθώς ταυτίσαμε τήν νευροφυσιολογία μέ τό ἀμαυρόν εἲδωλον τοῦ Ὁμήρου. Ἀλλά αὐτό μᾶς τό ἒχει ξεκαθαρίσει ὁ μέγιστος τῶν ποιητῶν . Ἡ ψυχή ἐξαφανίζεται ὃταν οἱ ἲνες δέν μποροῦν νά κρατήσουν σάρκες καί ὀστά. Δέν ἒχει λόγο ὑπάρξεως ἡ ψυχή ἐπί τοῦ νεκροῦ σώματος, γι᾽αὐτό ἀποδρᾶ πρός τό φῶς. Ἲσως τό πρόβλημα τῆς ψυχῆς λυθεῖ ἂν ὃ μή γένοιτο ἐπικρατήσει στόν πλανήτη ἡ τεχνική νοημοσύνη καί ἡ φυλή τῶν ρομπότ ἐξαφανίσει τόν ἲδιο τόν ἂνθρωπο, ὃπως χάθηκαν οἱ σύντροφοι τοῦ Ὀδυσσέα ἐξ αἰτίας τῶν δικῶν τους ἀτασθαλειῶν (σφετέροισιν ἀτασθαλείησιν ὂλοντο) ὃπως ἀναφέρεται στήν ραψωδία α τῆς Ὀδύσσειας. Κανένα ρομπότ δέν θά μπορέσει ποτέ νά ἀποκτήσει αἰσθήματα καί ψυχή, αὐτά πού εἶναι χάρισμα τοῦ δημιουργοῦ καί τῆς φύσεως πρός τά ἒμβια ὂντα τῆς Γῆς.       

 (Σημ.: Οἰ στίχοι προέρχονται ἀπό τήν ἒμμετρη ἀπόδοση τῆς ΙΛΙΑΔΟΣ καί τῆς ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ ὑπό τοῦ γράφοντος, ἐκδ. ΑΙΓΗΪΣ) 

ΚΩΣΤΑΣ ΔΟΥΚΑΣ

Παρόμοια άρθρα

logo white